Υγειονομική Υπηρεσία
 

LOGO

Εργαστήριο Ιατρικής Εντομολογίας




Τα κουνούπια είναι δίπτερα έντομα. Ανήκουν στο Φύλο Αρθρόποδα, καθότι παρουσιάζουν αρθρωτά πόδια. Αποτελούν την πολυπληθέστερη ομάδα αιμομυζητικών αρθροπόδων, που ενοχλούν όχι μόνο τον άνθρωπο, αλλά και ζώα ή πτηνά. Οι επιθέσεις τους δεν περιορίζονται μόνο στα θερμόαιμα ζώα, αλλά και στα ποικιλόθερμα, όπως ψάρια, ερπετά και αμφίβια, είναι δε φορείς παθογόνων μικροοργανισμών και σ’ αυτές τις ομάδες του ζωικού βασιλείου. Μέχρι σήμερα έχουν αναγνωρισθεί γύρω στα 3.500 είδη που αναπτύσσονται σε όλο τον κόσμο, εκτός από τις πολικές περιοχές που είναι καλυμμένες μόνιμα με πάγο.
Βασίλειο :Animalia (Ζώα)
Φύλο: Arthopoda (Αρθρόποδα)
Κλάση: Insecta (Έντομα)
Τάξη: Diptera (Δίπτερα)
Οικογένεια: Culicidae
Τα κουνούπια για να ολοκληρώσουν τον κύκλο ανάπτυξής τους και να μεταμορφωθούν σε τέλεια έντομα περνούν από τέσσερα στάδια: αυγό, προνύμφη, νύμφη και τέλειο έντομο, όπως φαίνονται στο διπλανό σχεδιάγραμμα.



Τα πρώτα τρία στάδια χρειάζονται υδάτινες συνθήκες και για το λόγο αυτό ένας τρόπος αντιμετώπισής τους είναι να αδειάζονται δοχεία που συλλέγουν νερό. Στο διπλανό σχήμα φαίνονται πολλές πιθανές εστίες ανάπτυξης κουνουπιών που βρίσκονται σε περιοχές κοντά σε σπίτια.
Μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα, τα κουνούπια αντιμετωπίζονταν μόνο ως ενοχλητικά έντομα. Μόλις όμως έγινε γνωστός ο ρόλος τους στη μετάδοση σοβαρών επιδημικών νόσων, όπως ελονοσία, κίτρινος πυρετός, Δάγκειος και Δ. αιμορραγικός πυρετός, φιλαριάσεις κ.λ.π., τα κουνούπια αποτέλεσαν ένα από τα δημοφιλέστερα αντικείμενα έρευνας. Τα κουνούπια που έχουν τη δυνατότητα να μεταδώσουν ασθένειες υπάγονται στις υποοικογένειες Culicinae (κοινά κουνούπια) Anophelinae (ανωφελή κουνούπια)
Στη συνέχεια γίνεται εκτενέστερη αναφορά στην ελονοσία ή μαλάρια, η οποία πριν από πενήντα χρόνια περίπου ενδημούσε και στην Κύπρο.
Η ελονοσία είναι μια νόσο που μέχρι σήμερα προκαλεί το θάνατο σε περίπου 1 εκατομμύριο άτομα στον κόσμο. Διάφορα παρασιτικά είδη του γένους Plasmodium έχουν την ιδιότητα να προκαλούν την ελονοσία στον άνθρωπο. Τα Ανωφελή κουνούπια μπορούν να είναι ξενιστές αυτού του παρασίτου και να το μεταφέρουν στον άνθρωπο κατά το τσίμπημα.
Είναι φανερό πως η προσπάθεια αντιμετώπισης της μαλάριας απασχόλησε αρκετά τους επιστήμονες. Σημαντικοί σταθμοί στην ιστορία της ελονοσίας ανά τω παγκόσμιο είναι οι εξής:
• Γύρω στο 1600 π.Χ. Ινδιάνοι αναφέρουν πως ο πυρετός είναι σύμπτωμα της ελονοσίας
• 95 π. Χ. ο Lucretius ισχυρίζεται πως ένας μικροοργανισμός θα πρέπει να προκαλεί την ελονοσία
• 450 μ. Χ. έχει βρεθεί το παλαιότερο δείγμα DNA ελονοσίας
• 1640 μ. Χ. ανακαλύπτεται από τους αποικιοκράτες στην Νότιο Αμερική η κινίνη, η οποία χορηγείται σε άτομα που πάσχουν από ελονοσία
• 1716 μ. Χ. ο ρωμαίος γιατρός Lancisi παρατηρεί πως τα έλη σχετίζονται με την ελονοσία και ισχυρίζεται πως τα κουνούπια μεταφέρουν τη νόσο. Οι απόψεις του όμως δεν αγκαλιάζονται
• 1880 μ. Χ. ο γάλλος χειρούργος Charles Louis Alfonse Laveran εντοπίζει το παράσιτο της μαλάριας στο αίμα
• 1897 μ. Χ. ο άγγλος γιατρός εντοπίζει το παράσιτο της μαλάριας σε κουνούπια
• 1934 μ. Χ. η Γερμανία ανακαλύπτει την χλωροκινίνη. Η ανακάλυψη δεν αξιοποιήθηκε παρά μετά τη δεκαετία του 40
• 1939 μ. Χ. παράχθηκε για πρώτη φορά το DDT
• 1939-45 μ. Χ. Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Έντονη ερευνητική προσπάθεια γύρω από τη μαλάρια. Ως εκ τούτου ανακαλύφθηκαν σειρά νέων φαρμάκων.
• 1956 μ. Χ. η Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (Π.Ο.Υ.) ξεκινά παγκόσμια εκστρατεία για την εξάλειψη της ελονοσίας
• Δεκαετία του 60 εξαπλώθηκε μεγάλος αριθμός παρασίτων ανθεκτικών στα φάρμακα, αλλά και κουνουπιών ανθεκτικών στο DDT
• 1967 μ. Χ. η Π.Ο.Υ. εγκαταλείπει τις προσπάθειες εξάλειψης της μαλάριας και επιλέγει τον έλεγχό της
• 1979 μ. Χ οι Κινέζοι περιγράφουν τις αρτιμισινίνες (artemesinins) ως ένα νέο είδος φαρμάκου για την αντιμετώπιση της μαλάριας
• 1983 μ. Χ. το πρώτο γονίδιο Plasmodium κλωνοποιήθηκε. Ανακαλύφθηκε πως μια μετάλλαξη οδηγεί στην ανθεκτικότητα σε φάρμακα.
• 2002 μ. Χ. ολοκληρώθηκε η γονιδιακή αλληλουχία του παρασίτου Plasmodium και του κουνουπιού Anopheles.
Το ενδιαφέρον της Κύπρου για τα κουνούπια εμφανίζεται από τη δεκαετία του 30 με το άρθρο του Aziz για τα ανωφελή κουνούπια της Κύπρου. Στη συνέχεια ο Γεωργίου μελέτησε τα έντομα της Κύπρου κατά τις περιόδους 1953 – 1957 και 1967 – 1968. Τα ευρήματα αυτής της μελέτης οδήγησε στην έκδοση του βιβλίου «Τα Έντομα και Ακάρεα της Κύπρου» το 1977. ο Γεωργίου επίσης μελέτησε το πρόβλημα της ανθεκτικότητας των κουνουπιών της Κύπρου στα εντομοκτόνα ως προσκεκλημένος σύμβουλος του Υπουργείου Υγείας, το 1993, ως Σύμβουλος της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας το 1994, αλλά και ατομικά από καθαρά προσωπικό επαγγελματικό ενδιαφέρον κατά τη διάρκεια ιδιωτικών επισκέψεων του στην Κύπρο στο παρελθόν. Η αποκτηθείσα εμπειρία κατά τη διάρκεια της απασχόλησής του με την πανίδα των κουνουπιών της Κύπρου δείχνει ότι υπάρχουν είδη τα οποία σύμφωνα με τα διεθνή βιβλιογραφικά δεδομένα είναι ξενιστές αρμποϊών (πχ Culex pipiens, Culex modestus, Culex perexiguus, Aedes caspius). Δημιουργήθηκαν και νέα ερωτήματα όπως ποια είναι η συχνότητα των Ανωφελών ειδών, ξενιστών των πλασμωδίων της ελονοσίας, εφόσον οι γεωκλιματολογικές συνθήκες της χώρας ευνοούν την ανάπτυξή τους, πόση είναι η ενόχληση από τα κουνούπια και ποιες οι δυσμενείς επιδράσεις στη διαβίωση των κατοίκων και στην τουριστική ανάπτυξη ορισμένων παραθαλασσίων περιοχών.
Ο τομέας μιας ολοκληρωμένης μελέτης των κουνουπιών που ενδημούν στην Κύπρο, πχ βιολογία, οικολογία, εποχιακή διακύμανση πληθυσμού, γεωγραφική κατανομή κλπ, είναι η βάση για την ορθολογική τους αντιμετώπιση και επομένως για την πρόληψη νόσων που μεταδίδουν διάφορα είδη ως ξενιστές. Απαραίτητη προϋπόθεση αποτελεί η ύπαρξη εξειδικευμένου επιστημονικού και τεχνικού προσωπικού, καθώς και ανάλογου εργαστηριακού εξοπλισμού. Αυτό οδήγησε σε σειρά εισηγήσεων για την αναγκαιότητα ίδρυσης του Εργαστηρίου Ιατρικής Εντομολογίας από τον κύπριο Δρα. Γεώργιο Γεωργίου.
Το Εργαστήριο Ιατρικής Εντομολογίας, μετά από Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 41.574 στις 14 Σεπτεμβρίου 1994, ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1995. Υπήρξε συγχρηματοδότηση της Υπάτης Αρμοστείας των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες (UNHCR) και του Υπουργείου Υγείας για την ίδρυσή του. Αποτέλεσε ένα καθοριστικό βήμα για την παρεμπόδιση της επανεμφάνισης της ελονοσίας στην Κύπρο. Το Εργαστήριο Ιατρικής Εντομολογίας του Υπουργείου Υγείας άρχισε να δραστηριοποιείται τον Ιούνιο του 1996.
Το Εργαστήριο Ιατρικής Εντομολογίας δημιουργεί νέες προοπτικές για εφαρμογή ορθών και αποτελεσματικών μεθόδων ελέγχου και αντιμετώπισης εντόμων που μεταδίδουν ασθένειες στον άνθρωπο βασισμένες στη διεξαγωγή τοπικών επιστημονικών μελετών, των δεδομένων της Κύπρου και στην αξιολόγηση όλων των αναγκαίων παραγόντων που έχουν σχέση με τους ψεκασμούς και τη χρήση εντομοκτόνων, όπως ανθεκτικότητα, κόστος, είδος εντόμου κλπ.
Κατά την περίοδο λειτουργίας του Εργαστηρίου έχουν συντηρηθεί και διεξαχθεί πειράματα (βιοδοκιμές, δοκιμές για εστεράσες, δοκιμές για τέλεια έντομα) με κουνούπια Culex pipiens, οικιακές μύγες Musca domestica και αποικίες κατσαρίδων Blatella germanica. Οι κυριότερες δραστηριότητες του εργαστηρίου μπορούν να ομαδοποιηθούν πιο κάτω:
 Αναγνώριση και ταξινόμηση ειδών κουνουπιών που εντοπίζονται στην Κύπρο και εφαρμογή προγραμμάτων ελέγχου των πληθυσμών κυρίως των ειδών που μπορούν να είναι φορείς μεταδιδόμενων ασθενειών όπως είναι τα γένη Anopheles, Culex, Aedes κ. α.
Παρακάτω αναφέρονται τα κυριότερα είδη που έχουν μέχρι σήμερα εντοπιστεί στην Κύπρο όπως αναφέρονται από το Γεωργίου (1977) και από τις ετήσιες εκθέσεις του Εργαστηρίου:
ΚΥΡΙΟΤΕΡΑ ΕΙΔΗ ΚΟΥΝΟΥΠΙΩΝ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Γένος Υπογένος Είδος
Anopheles Anopheles anopheles algeriensis claviger hyrcanus maculipennis sacharovi
Cellia multicolor superpictus
Ochlerotatus Ochlerotatus caspius mariae detritus
Aedes Stegomyia aegypti
Culex Culex mimeticus perexiguus pipiens univittatus theileri
Maillotia hortensis
Barraudius modestus
Neoculex martinii impudicus
Culiseta Allotheobaldia longiareolata
Culiseta annulata
Uranotaenia Pseudoficalbia unguiculata

 Διεξαγωγή εργαστηριακών βιοδοκιμών και άλλων μελετών σε κουνούπια από όλες τις περιοχές της Κύπρου για εντοπισμό ανθεκτικότητας ή όχι, ξεχωριστά στο κάθε εντομοκτόνο που χρησιμοποιείται στην αντιμετώπισή τους και υποβολή εισηγήσεων για τα αναγκαία μέτρα ελέγχου. Τα αποτελέσματα των πειραμάτων συγκρίνονται με τα αποτελέσματα που προκύπτουν από βιοδοκιμές σε ευαίσθητες αποικίες που διατηρούνται στο εργαστήριο και χρησιμοποιούνται ως σημεία αναφοράς.
 Κατάλληλοι πειραματισμοί για αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των εντομοκτόνων που χρησιμοποιούνται στην αντιμετώπιση των κουνουπιών και της ορθής εφαρμογής στους χώρους ψεκασμού (ποταμοί, στάσιμα νερά)
 Περιοδική εκπαίδευση προσωπικού σε θέματα βιολογίας, συμπεριφοράς και αναγνώρισης των δύο βασικών ειδών κουνουπιών, δηλ. Κοινών και Ανωφελών, ορθής και ασφαλούς χρήσης εντομοκτόνων κλπ
 Διεξαγωγή βιοχημικών δοκιμών για τον εντοπισμό της ενεργότητας της εστεράσης σε πληθυσμούς Culex pipiens. Η εστεράση είναι ένζυμο, το οποίο μεταβολίζει τα οργανοφωσφορικά εντομοκτόνα σε αβλαβή ουσίες.
 Εργαστηριακή δοκιμή της αποτελεσματικότητας νέων εντομοκτόνων ή βιολογικών σκευασμάτων που πιθανό να δοκιμαστούν στην αντιμετώπιση των κουνουπιών προτού αγοραστούν ή εισαχθούν.
 Ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα αντιμετώπισης των κουνουπιών για την πρόληψη μεταδιδόμενων νόσων.
Υπάρχει πολυετή εμπειρία στο εργαστήριο για το είδος Culex pipiens λόγω της ιατρικής του σημασίας, καθώς και της μεγάλης αφθονίας του στην Κύπρο, η οποία προκαλεί και μεγάλη όχληση.
Το εργαστήριο είχε την ευκαιρία να συνεργαστεί με έμπειρους ερευνητές του εξωτερικού όπως είναι ο Γιώργος Γεωργίου και η Peggy Wirth από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, Ριβερσάϊντ, ο Γεώργιος Κολιόπουλος, από το Εργαστήριο Εντομοκτόνων Υγειονομικής Σημασίας στο Τμήμα Ελέγχου Γεωργικών Φαρμάκων και Φυτοπροστατευτικής του Μπενάκειου Φυτοπαθολογικού Ινστιτούτου, η Άννα Σαμανίδου, του Τομέα Παρασιτολογίας, Εντομολογίας και Τροπικών Νόσων της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, ο Yap Han Heng του Πανεπιστημίου της Μαλαισίας, ο Michel Raymond του Πανεπιστημίου του Μονπελλιέρ και ο Hussein A. Gezairy, της Π.Ο.Υ.
Για την καλύτερη επίτευξη των στόχων του Εντομολογικού Εργαστηρίου θα υλοποιηθεί ερευνητικό έργο το οποίο συγχρηματοδοτείται από το Ίδρυμα Προώθησης Έρευνας με τίτλο «Εναλλακτικές μέθοδοι καταπολέμησης κουνουπιών στην Κύπρο» και έχει χρονική διάρκεια τριών ετών. Με τη διεξαγωγή του προγράμματος αναμένεται να γίνει επέκταση των δραστηριοτήτων του με αντικείμενα την καταγραφή των ειδών που ενδημούν στη χώρα, τη γεωγραφική τους διασπορά και τη μελέτη της βιολογίας, οικολογίας και εποχιακής διακύμανσης του πληθυσμού τους. Οι μελέτες αυτές θα πραγματοποιούνται σε συνεχή βάση, ώστε τα αποτελέσματα να κατευθύνουν το πρόγραμμα καταπολέμησης το οποίο έχει δρομολογηθεί. Επίσης θα διεξαχθούν βιοδοκιμές με νέα εντομοκτόνα (VectoBac και Altosid) και θα διερευνηθεί αν τα κουνούπια έχουν ανθεκτικότητα σε αυτά. Τέλος, θα γίνουν πειράματα στην ύπαιθρο για να δοκιμαστούν τα νέα εντομοκτόνα σε φυσικές συνθήκες και να αξιολογηθεί κατά πόσο μπορούν να αντικαταστήσουν τα εντομοκτόνα που χρησιμοποιούνται σήμερα. Αναμένεται πως τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας θα κατευθύνει τις μέχρι σήμερα προσπάθειές μας και θα εισάγει νέες μεθόδους αντιμετώπισης και ελέγχου των κουνουπιών στη χώρα μας. Ιδιαίτερη σημασία θα δοθεί στην ενημέρωση και επιμόρφωση του κοινού για θέματα αντιμετώπισης κουνουπιών με μέσα φιλικότερα προς το περιβάλλον.



Τελευταία Ενημέρωση στις:
10/01/2018 02:21:49 PM
 
Back To Top